Dyslexia1

Δυσλεξία: Αιτιολογία & Συμπτωματολογία

Πρέπει να επισημάνουμε πως το τοπίο γύρω από τις μαθησιακές δυσκολίες και τη δυσλεξία είναι κάπως συγκεχυμένο. Γι’ αυτό και πρέπει οι πληροφορίες που συλλέγουμε να είναι επιστημονικά δομημένες. Η αιτιολογία και η συμπτωματολογία αποτελούν “κλειδί” για την διάγνωση της δυσλεξίας.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ

Εδώ και δεκαετίες, έχουν γίνει πολλές έρευνες οι οποίες αναζητούν την αιτία ή τα αίτια της δυσλεξίας. Πολλές κατέληξαν στα ίδια συμπεράσματα, ενώ  άλλες είχαν τελείως διαφορετικά και αντικρουόμενα αποτελέσματα. Τελικά, μετά από πολλές μελέτες, οι ερευνητές κατέληξαν πως τα αίτια της δυσλεξίας είναι τα εξής:

ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΔΥΣΛΕΞΙΑΣ:

Η κληρονομική προδιάθεση. Η δυσλεξία είναι κατά μεγάλο ποσοστό εγγενής. Καθυστέρηση ωρίμανσης σε επιμέρους περιοχές του εγκεφάλου ή μη ολοκλήρωση στη δημιουργία του εγκεφαλικού  φλοιού και σχηματισμός δυσπλασιών, κυρίως στο αριστερό ημισφαίριο  (Μάρκου, 1998).

ΔΕΥΤΕΡΟΓΕΝΗ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΔΥΣΛΕΞΙΑΣ:

Είναι οι εγκεφαλικές βλάβες που πιθανώς συμβαίνουν πριν τη γέννα, κατά τη διάρκεια της ή μετά. Σε δύσκολες εγκυμοσύνες ή πολύπλοκες γέννες, μπορεί να προκύψει ελαφρά εγκεφαλική βλάβη από ανάξια (έλλειψη οξυγόνου στον εγκέφαλο) κατά τον τοκετό ή από μηχανικά τραύματα. Οι διαδικασίες στον εγκέφαλο κατά την εκμάθηση της ανάγνωσης είναι πολυσύνθετες και πολύπλοκες, γι’ αυτό και οι ελαχιστότατες βλάβες μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι οι συνέπειες θα εμφανιστούν οπωσδήποτε. Μερικές φορές, κυρίως, όταν γίνεται έγκαιρη διάγνωση, οι συνέπειες ελαχιστοποιούνται ή εξαφανίζονται τελείως. Αυτό εξαρτάται και από το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει το παιδί, από την οικογένεια και το σχολείο (Μάρκου, 1998).

Επίσης, πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν πως η δυσλεξία οφείλεται και σε άλλα επιμέρους αίτια, τα οποία όμως δεν έχουν διευκρινιστεί πλήρως και είναι τα εξής:

1)      ΑΡΙΣΤΕΡΟΧΕΙΡΙΑ-ΑΣΑΦΗΣ ΠΛΕΥΡΙΩΣΗ:

Από την εποχή του Orton(1925, 1937) είχε επισημανθεί της δυσλεξίας με την ασαφή πλευρίωση. Σύμφωνα με τη θεώρηση του Orton, η έλλειψη ισχυρής προτίμησης χεριού ήταν ενδεικτικός παράγοντας μιας βαθύτερης σύγχυσης στην ημισφαιρική εγκεφαλική κυριαρχία, που έθετε το παιδί σε κίνδυνο να εμφανίσει ειδικές αναγνωστικές δυσκολίες και τραυλισμό.

Υπάρχει, όμως, συσχέτιση δυσλεξίας με τη μη δεξιοχειρία. Η Hornsby (1995), η γνωστή Βρετανή ψυχολόγος, εκπαιδευτικός και λογοθεραπεύτρια, αναφέρει ότι ένα 45% των δυσλεξικών παιδιών έχουν μικτή πλευρίωση.

Γενικά, πολλοί κλινικοί αναφέρουν ότι η δυσλεξία συχνά συνοδεύεται με μικτή ή αριστερή πλευρίωση. Όμως, η σχέση δυσλεξίας- προτίμησης χεριού, παρά το ότι έχει μελετηθεί  εκτενώς, εξακολουθεί να αποτελεί ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα. (Αναστασίου,1998).

2)ΑΓΧΟΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ:

Αρκετοί ερευνητές στο παρελθόν, διερεύνησαν το άγχος ή τη συναισθηματική πίεση σε σχέση με τις αναγνωστικές δυσκολίες και τη δυσλεξία. «Ο Gates(1941) υποστήριξε ότι οι συναισθηματικές διαταραχές αποτελούν, κατά ένα μέρος τουλάχιστον, αίτια εμφάνισης δυσκολιών στην ανάγνωση. Μελετώντας τη σχετική ερευνητική δουλειά τριών μεταπτυχιακών φοιτητών και άλλων ερευνητών, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η συναισθηματική ένταση, το άγχος και ο φόβος εμποδίζουν τη διαδικασία ανάγνωσης. Επιπρόσθετα, όσο πιο έντονο είναι το πρόβλημα στην ανάγνωση, τόσο μεγαλύτερη μοιάζουν να είναι η πιθανότητα ύπαρξης συναισθηματικής διαταραχής.» (Τσοβίλη ,2003).

Επίσης, ο Fabian (1951) θεώρησε ότι η συναισθηματική διαταραχή είναι πρωτογενής παράγοντας που ευθύνεται για την εμφάνιση των δυσκολιών στην ανάγνωση. Στην έρευνα που διεξήγαγε, όπου έλαβαν μέρος 200 αγόρια και κορίτσια οριακής νοημοσύνης, δεν ανακάλυψε βιολογικές διαταραχές, αλλά αντίθετα, τα δεδομένα των ψυχιατρικών τεστ υπέδειξα έντονο άγχος (Τσοβίλη 2003).

Ακόμη, «υποστηρίζεται ότι η δυσλεξία, υποδηλώνει μια αμφιθυμική στάση ή μια ασυνείδητη άρνηση απέναντι στην ανάγνωση (Fijalkow), οι οποίες ανάγονται σε άλυτες ενδοψυχικές συγκρούσεις του παιδιού και εκφράζουν τον ασυνείδητο φόβο για τις συνέπειες της ενδεχόμενης σχολικής επιτυχίας. (Cahnand Mouton, 1967).

Από άλλους μελετητές διατυπώνεται η άποψη η αναγνηστικές δυσκολίες οφείλεται στην αντίσταση του παιδιού να διαβάσει, εξαιτίας ενός συμβολισμού που ενέχουν οι λέξεις και τα γραπτά σύμβολα, ο οποίος παραπέμπει σε μη αποδεκτές φαντασιώσεις και εμπειρίες από τη ζωή του παιδιού.» (High, 1996), (Δοϊκού- Αυλίδου 2002).

Όμως, υπάρχουν και οι ερευνητές που υποστηρίζουν ότι η αποτυχία στην ανάγνωση είναι αυτή που οδηγεί στο άγχος. Γι’ αυτό παραμένει ακόμη το ερώτημα αν οι συναισθηματικοί παράγοντες είναι η αιτία η το αποτέλεσμα της δυσλεξίας.

Β)ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

Προκειμένου να ερμηνεύσουν και να κατανοήσουμε καλύτερα τη δυσλεξία, θα αναφέρουμε τα κύρια χαρακτηριστικά της. Επειδή, όμως, η δυσλεξία διαφέρει από παιδί σε παιδί, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά την αντιμετώπισή της. Τα συμπτώματα της δυσλεξίας διακρίνονται στους ακόλουθους τομείς:

1.ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ

v  Σύγχυση γραμμάτων με οπτική\ακουστική ομοιότητα (Κουράκης, 1997).

v  Σύγχυση λέξεων με οπτική\ακουστική ομοιότητα (Κουράκης, 1997).

 

v  Παράλειψη, πρόθεση, αντικατάσταση, αντιμετάθεση γραμμάτων συλλαβών ή και λέξεων.

v  Ανάγνωση αργή, με δισταγμό, με συλλαβισμό, χωρίς νόημα, χωρίς ροή. (Μαυρομάτη, 1995).

v  Καθρεπτική ανάγνωση (Κουράκης, 1997)

v  Πτωχή και αργή ανάγνωσης κατά την οποία δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν τα σημεία στίξης.

v  Δυσκολία κατανόησης κειμένου (Ανανίδου-Καζαντίδου, 2000)

v  Χάσιμο της σειράς στο βιβλίο (Μαυρομάτη, 1995)

v  Παρεμβολή ασχέτων μηνυμάτων σε κενά λέξεων\προτάσεων

v  Ακανόνιστη, άρρυθμη αναπνοή κατά την απόδοση των σημείων στίξης

v  Εμφάνιση ιδιαζόντων λεκτικών σχημάτων (αυτοσχέδιων)

v  Χρωματισμός της φωνής σε σημεία που δεν χρειάζεται. (Κουράκης, 1997).

 

  2.ΣΤΗ ΓΡΑΦΗ

v  Πολλά ορθογραφικά λάθη, ακόμα και σε λέξεις που έχουν συστηματικά διδαχθεί.

v  Παραλείψεις, προσθέσεις, αντιμεταθέσεις, αντικαταστάσεις γραμμάτων, συλλαβών, λέξεων.

v  Καθρεπτική  γραφή (Μαυρομάτη, 1995),

v  Ανάποδη φορά γραφής.

v  Κακογραφία, ακαταστασία γραφής, κατάργηση διαστημάτων.

v  Παρεμβολή κεφαλαίων γραμμάτων ανάμεσα στα μικρά.

v  Σπάνια χρήση τονισμού ή τονισμός σε τυχαία επιλεγόμενες συλλαβές.

v  Σύγχυση αρχής και τέλους-φωνημικά όμοιων-βραχέων λέξεων.

v  Ελλιπής ευθυγράμμιση των λέξεων κατά την γραφή.

v  Γραμματικά λάθη όσον αφορά χρόνους και φωνές ρημάτων.

v  Άσκοπη ή άτοπη χρήση προθέσεων και συνδέσμων (Κουράκης, 1997).

 

3.ΣΤΟ ΛΟΓΟ

v  Μπέρδεμα λόγου σε γράμματα ή σε συλλαβές. Π.Χ. ου-να-ρός αντί ου-ρα-νός.

v  Ενίοτε κακή άρθρωση.

v  Δυσκολία απομνημόνευσης ακόμα και ποιημάτων με ομοιοκαταληξία.

v  Δυσκολία κατανόησης κειμένου, ιδιαίτερα κατά την εσωτερική- σιωπηλή ανάγνωση (Ανανίδου- Καζαντζίδου, 2000).

 

4.ΣΤΟΝ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟ

v  Τοπικός: δυσκολία εκμάθησης και αναγνώρισης του: δεξιά- αριστερά, πάνω- κάτω, καθώς και δυσκολία μάθησης των σημείων του ορίζοντα, βορράς- νότος, ανατολή-δύση.

v  Χρονικός: δυσκολία στη μάθηση της ώρα και στη χρονική ακολουθία ημερών και μηνών. Επίσης, δυσκολία στη διάκριση του παρελθόντος- παρόντος- μέλλοντος (χθες -σήμερα- αύριο – φέτος – πέρυσι- του χρόνου, πριν-τώρα-μετά).

v  Δυσκολία στον προσανατολισμό χώρου και στην περιγραφή χρονικών ορίων (Κουράκης, 1997).

 

5.ΣΤΗΝ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ- ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟ ΚΙΝΗΣΕΩΝ

v  Δυσκολία εκτέλεσης κινήσεων που απαιτούν ισορροπία (π.χ. ισορροπία σε σανίδα).

v  Δυσκολία εκτέλεσης κινήσεων που απαιτούν συντονισμό ή ακολουθία κινήσεων, όπως βηματισμό, χορός, δέσιμο κορδονιών κλπ.

v  Δυσκολία αίσθησης του ρυθμού (Ανανίδου-Καζαντζίδου, 2000).

 

6.ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΑΚΟΥΣΤΙΚΗΣ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΗΣ ΦΘΟΓΓΩΝ

v  Δυσκολία στο να ξεχωρίσουν τους φθόγγους που μοιάζουν ηχητικά μεταξύ τους και υπάρχει σύγχυση στα: α- ο, ο- ου, ε- ι. Το ίδιο συμβαίνει και με τα β- φ, δ- θ, σ- ζ- ξ (Μάρκου, 1998).

 

7.ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ- ΨΥΧΟΣΩΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

v  Προκαταβολικά άγχος για τη μάθηση που ελέγχεται με γραφή και ανάγνωση.

v  Τάση αποφυγής του γραψίματος.

v  Συχνή διάσπαση της προσοχής.

v  Συγκεχυμένη εικόνα αυτοαντίληψης.

v  Τάση χαμηλής αυτοεκτίμησης, ιδιαίτερα στο σχολικό χώρο.

v  Συχνά διαστήματα ονειροπόλησης.

v  Περίοδος συναισθηματικής μόνωσης.

v  Ιδιαίτερος τρόπος σκέψης.

v  Τάση συναναστροφής με μικρότερους (Κουράκης, 1997).

v  Δεν οργανώνουν καλά τη μελέτη τους, την εργασία τους, τον προσωπικό τους χώρο. Δεν συγκρατούν το πρόγραμμα των υποχρεώσεων τους και έτσι δεν ανταποκρίνονται με συνέπεια. Μπορεί να είναι ακατάστατα ή αδέξια.

v  Δεν δείχνουν ενδιαφέρουν για τα βιβλία και οτιδήποτε στο οποίο χρησιμοποιείται ο γραπτός λόγος.

v  Χαρακτηρίζονται από μικρής έκτασης και διάρκειας βραχύχρονη μνήμη.

v  Παρ’ όλη την αδυναμία που δείχνουν στην έκφραση, έχουν πλούσιο συναισθηματικό κόσμο, καλή κριτική ικανότητα, κάνουν συλλογισμούς και προβληματίζονται για διάφορα κοινωνικά προβλήματα, διαμορφώνουν τις προσωπικές τους απόψεις και θέσεις, αισθάνονται, όμως, θα ‘λεγε κανείς, σαν να μην μπορούν να βρουν τα λόγια για να περιγράψουν όλον αυτόν τον πλούτο των ιδεών που κρύβουν (Μαυρομάτη, 1995).

v  Αστάθεια στην απόδοση.

v  Ψυχαναγκασμός.

v  Παρορμήσεις.

v  Φόβο ύψους (συνδέεται άμεσα με τη δυσκολία κινήσεων ισορροπίας).

v  Φόβο σκότους.

v  Εφίδρωση, άγχος, ναυτία (Ανανίδου- Καζαντζίδου, 2000).