O ρόλος του γονέα είναι σημαντικός και καθοριστικός κατά την αποκατάσταση των δυσκολιών.


Ο γονείς των παιδιών που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες, περιγράφουν τα παιδιά τους σαν  «αδιάφορα» για τα μαθήματα, «τεμπέλικα», «απρόθυμα»ακόμα και για να ανοίξουν την τσάντα τους ή να πουν πως πέρασαν στο σχολείο, αντιδραστικά στην πίεση τους να διαβάσουν κ.α. αυτό έχει σαν αποτέλεσμα η μελέτη να διαρκεί πολλές ώρες και να συνοδεύεται από τσακωμούς, κλάματα και φωνές μεταξύ γονιού και παιδιού.

Αυτή η κατάσταση φορτίζει την οικογενειακή ατμόσφαιρα με ένταση και άγχος, διαταράσσει τη σχέση των γονιών με το παιδί, ενισχύει την αρνητική εικόνα του παιδιού για τον εαυτό του και τραυματίζει τη σχέση του παιδιού με τη μάθηση.Γι’ αυτό λοιπόν, κρίνεται απαραίτητη η συνεργασία των γονιών στο πρόγραμμα αποκατάστασης, καθώς ακόμα και η καλύτερη παρέμβαση να παρέχεται στο παιδί, αν δεν λυθούν τα προβλήματα της μελέτης στο σπίτι, δε θα υπάρξουν μεγάλα αποτελέσματα. Επίσης έχει αποδειχθεί ότι σε όσες περιπτώσεις η συνεργασία με το σπίτι ήταν καλή και ο θεραπευτής συζητούσε με τους γονείς το πρόγραμμα που θα ταίριαζε στο συγκεκριμένο παιδί, τα αποτελέσματα ήταν καλύτερα και συντομότερα.

Η Μ. Φλωράτου, προτείνει το ακόλουθο μοντέλο συνεργασίας:

v Συζήτηση με τους γονείς για τα προβλήματα που αυτοί βλέπουν,

v Η αξιολόγηση γίνεται στους τομείς που φαίνεται να δυσκολεύεται το παιδί (ανάγνωση, γραφή, κ.λ.π.)

v Συζήτηση όλων μαζί (όπου αυτό είναι δυνατόν) για το ειδικό διδακτικό πρόγραμμα που συμφωνείται να ακολουθηθεί,

v Συζήτηση όλων μαζί και κοινή απόφαση για τον τρόπο και τη διάρκεια της μελέτης και των σχολικών υποχρεώσεων, καθώς και των άλλων αναγκών του παιδιού.

v Είναι πολύ σημαντικό να αποφασίζουμε μαζί με τους γονείς για τις προτεραιότητες που θα θέσουμε, αλλά και να προσπαθούμε να απαντήσουμε στις αγωνίες τους. Αν δεν απαντηθούν όλες οι αγωνίες των γονιών και του παιδιού, δεν μπορεί να αποκατασταθεί το ήρεμο κλίμα μέσα στο σπίτι.