Η δυσγραφία, μια διαταραχή της γραπτής έκφρασης, μπορεί να ταξινομηθεί σε δύο μεγάλες κατηγορίες: την αναπτυξιακή (ή ειδική) δυσγραφία και την επίκτητη (ή μη ειδική) δυσγραφία.

Η αναπτυξιακή δυσγραφία (ή αναπτυξιακή διαταραχή της γραπτής έκφρασης) εκδηλώνεται από τα πρώτα στάδια της μάθησης της γραφής και ορίζεται ως μια σημαντική καθυστέρηση στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων γραπτής έκφρασης η οποία δεν συμβαδίζει με το αναπτυξιακό και νοητικό επίπεδο του παιδιού, την ποιότητα της παρεχόμενης σε αυτό εκπαίδευσης και δεν οφείλεται σε κάποιο ιατρικό λόγο. Ανάλογα με την αιτιολογία και τα προβλήματα που δημιουργεί διακρίνεται σε δυσλεξική (φωνολογική), κινητική και οπτικό- χωρική δυσγραφία.


Η επίκτητη δυσγραφία, αναφέρεται σε μερική ή πλήρη απώλεια της δεξιότητας της γραφής που παρουσιάστηκε σε κάποιο στάδιο της ανάπτυξης που η δεξιότητα αυτή είχε κατακτηθεί επαρκώς και μπορεί να είναι αποτέλεσμα εγκεφαλικού, όγκου ή τραύματος στον εγκέφαλο ή κάποιας ασθένειας (π.χ. Alzheimer). 


Δυσλεξική Δυσγραφία
Η Δυσλεξική (η Φωνολογική) Δυσγραφία έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:·         

Το (ελεύθερο) γραπτό κείμενο είναι δυσανάγνωστο, ειδικά όταν αυτό είναι σχετικά σύνθετο.·         

Η ορθογραφία είναι φτωχή αλλά η σχεδίαση και η αντιγραφή κειμένων είναι σχετικά καλή.·         Η ταχύτητα ελαφρού χτυπήματος των δαχτύλων (ένα μέτρο της ταχύτητας των λεπτών κινήσεων) είναι κανονική.
Τα περισσότερα παιδιά τα οποία έχουν δυσκολίες στη γραφή ενός ευανάγνωστου κειμένου παρουσιάζουν κι άλλα προβλήματα με τη γραπτή έκφραση, ιδίως στην ορθογραφία. Συχνά τα παιδιά αυτά έχουν ή είχαν πρόβλημα και στην ανάγνωση. Η ανάγνωση είναι κυρίως μια διαδικασία οπτικής αναγνώρισης, η οποία στα αρχικά στάδια της υποβοηθείται σημαντικά από την ικανότητα κατανόησης της σχέσης ανάμεσα στα φωνήματα και στα γραφήματα. Η ορθογραφία είναι ωστόσο κυρίως μια διαδικασία φωνολογικής επανάκτησης και παιδιά που είναι πολύ καλοί αναγνώστες μπορεί να είναι φτωχοί ορθογράφοι.


Κινητική Δυσγραφία
Η Κινητική Δυσγραφία έχει τα εξής χαρακτηριστικά: τόσο το (ελεύθερα) γραπτό κείμενο αλλά και αυτό που προκύπτει μετά από αντιγραφή μπορεί να είναι δυσανάγνωστο. Η ορθογραφία είναι καλή αλλά η σχεδίαση είναι συνήθως προβληματική. Η ταχύτητα ελαφρού χτυπήματος των δαχτύλων είναι ακανόνιστη.Η Κινητική Δυσγραφία εμφανίζεται σε παιδιά που παρουσιάζουν προβλήματα σε κινητικές – μηχανικές διεργασίες οι οποίες επηρεάζουν την καλλιγραφία και διακρίνεται κυρίως σε κινητική δυσγραφία λόγω έλλειψης συντονισμού και σε κινητική δυσπραξική δυσγραφία. Ως συντονισμός ορίζεται ένα μέτρο της ακρίβειας υπολογισμού της απόστασης, δύναμης, ταχύτητας και κατεύθυνσης της μυικής κίνησης που χρειάζεται για να εκτελεστεί μια σχεδιασμένη κίνηση. Ως πράξη ορίζεται η (νοητική) σχεδίαση της κίνησης, οπότε η δυσπαραξία αναφέρεται στη δυσκολία συγκρότησης του (νοητικού) σχεδίου της κίνησης. 


Δυσπραξική Δυσγραφία
Η πράξη είναι στην ουσία η γνωστική πλευρά της μάθησης της κίνησης και βελτιώνεται συνεχώς όσο ο εγκέφαλος αναπτύσσεται και οι εμπειρίες του περιβάλλοντος και η πρακτική βοηθούν στην εκμάθηση διάφορων δεξιοτήτων. Το γράψιμο είναι μια τέτοια δεξιότητα που μαθαίνεται με τον τρόπο αυτό όπως συμβαίνει και με πολλές άλλες κινητικές δεξιότητες π.χ. το κόψιμο με ψαλίδι, η χρήση μαχαιριού και πιρουνιού ή το δέσιμο των κορδονιών. Η δυσπραξία σχετίζεται με τη δυσκολία εκμάθησης μιας κινητικής δεξιότητας που είναι ανάλογη με την ηλικία του παιδιού δηλαδή με κάποιο πρόβλημα στη διαδικασία προγραμματισμού της γραφής. Η εκμάθηση κινητικών δεξιοτήτων εξαρτάται  και από τη βοήθεια του συστήματος αισθήσεων, π.χ. η κιναισθησία (η αίσθηση της κίνησης στο χώρο) συνεισφέρει στην εκμάθηση μιας ακολουθίας κινήσεως για το σχηματισμό κάποιου γράμματος. Μειονεκτήματα σε αυτό το επίπεδο μπορούν να κάνουν το πρόβλημα περισσότερο εμφανές.
Τα παιδιά με δυσπραξική δυσγραφία μπορεί να παρουσιάζουν δυσκολία μόνο στο γράψιμο αλλά πολλές φορές έχουν προβλήματα και στην εκμάθηση και άλλων κινήσεων. Ένα παιδί με δυσπραξική δυσγραφία μπορεί να αντιγράφει απλά γράμματα από τον πίνακα ή να τα γράφει με υπαγόρευση, ωστόσο όταν  γράφει λέξεις να αλλάζει τη θέση ή τον προσανατολισμό των γραμμάτων. Αυτός ο τύπος της δυσγραφίας είναι αρκετά προβληματικός τόσο για το μαθητή όσο και για το δάσκαλο. 


Οπτικό-χωρική Δυσγραφία
Η Οπτικό-χωρική Δυσγραφία είναι και η λιγότερο καλά καθορισμένη μορφή δυσγραφίας η οποία έχει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: το γραπτό κείμενο είναι δυσανάγνωστο είτε προέρχεται από ελεύθερη γραφή είτε από αντιγραφή. Η ορθογραφία είναι καλή και η ταχύτητα ελαφρού χτυπήματος των δακτύλων είναι κανονική αλλά η σχεδίαση είναι πολύ προβληματική.


Όταν τα παιδιά αρχίζουν να γράφουν, αρχικά μαθαίνουν τα γράμματα οπτικά πριν αρχίσουν να συνδέουν τα φωνήματα με  τα γραφήματα και αναπτύξουν τις απαραίτητες για τη γραφή κινητικές δεξιότητες. Στην οπτικό- χωρική δυσγραφία τα παιδιά έχουν δυσκολίες με οπτικό-χωρικά έργα οι οποίες εμφανίζονται ως δομική δυσπραξία και ως αδυναμία κατανόησης χώρου. Τα παιδιά αυτά σε αντίθεση με αυτά που έχουν δυσπραξική δυσγραφία  έχουν πρόβλημα και με τη σχεδίαση εκτός από τη γραφή. Όταν γράφουν αφήνουν περιθώρια η κενά μεταβλητού μήκους, γράφουν διαγώνια ή μπλέκουν τις σειρές τη μία μέσα στην άλλη, παραλείπουν γράμματα, δεν υπολογίζουν σωστά το τέλος της σελίδας. Οι δυσκολίες είναι πιο έντονες κατά την αντιγραφή, αλλά εμφανίζονται και στην υπαγόρευση και στο ελεύθερο κείμενο.


Επίκτητη Δυσγραφία
Η επίκτητη δυσγραφία κατατάσσεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες. Την κεντρική δυσγραφία η οποία αναφέρεται σε κυρίως γλωσσολογικά προβλήματα που προκαλούν ορθογραφικά λάθη στη γραφή και στην περιφερειακή δυσγραφία που αναφέρεται σε (κινητικές) παραμορφώσεις στο σχηματισμό του γραπτού λόγου, προβλήματα στον (προφορικό) συλλαβισμό και στο σχηματισμό του κειμένου.


Φωνολογική Δυσγραφία
Η Φωνολογική Δυσγραφία είναι μια (επίκτητη) διαταραχή του γραπτού λόγου που χαρακτηρίζεται από διαταραχές της γραφής και (εξασθένηση) της ορθογραφίας όταν πρόκειται για άγνωστες λέξεις, μη- λέξεις ή και φωνητικά μη ομαλές λέξεις. Ωστόσο δεν παρουσιάζουν προβλήματα στην αντιγραφή ή γραφή από υπαγόρευση ή συλλαβισμό γνωστών λέξεων επαναφέροντας στη μνήμη τους τη μορφή της λέξης. Στον πυρήνα της φωνολογικής δυσγραφίας βρίσκεται η αδυναμία να μετατρέψει γραφήματα σε φωνήματα, σε συνδυασμό με την αδυναμία να διατηρηθούν τα φωνήματα στη μνήμη και να συνδυαστούν στην κατάλληλη ακολουθία τους για να παραχθεί η απαιτούμενη λέξη.


Επιφανειακή Δυσγραφία
Η Επιφανειακή Δυσγραφία είναι το αντίστοιχο στη γραφή της επιφανειακής δυσλεξίας. Οι μαθητές γράφουν με ακρίβεια ψευδολέξεις και σωστά λέξεις που υπακούν τυπικούς (φωνολογικούς) κανόνες αντιστοίχησης ανάμεσα σε γραφήματα και φωνήματα (δηλαδή λέξεις που η ορθογραφία τους καθορίζεται με μοναδικό τρόπο από τη φωνολογία τους π.χ. τράπεζα). Λέξεις που δεν υπακούν σε αυτούς τους κανόνες γράφονται λάθος, και τα λάθη που προκύπτουν είναι συνήθως λάθη γενίκευσης (π.χ. γράφει ΑΒΛΗ αντί για ΑΥΛΗ).


Βαθιά Δυσγραφία
Η Βαθιά Δυσγραφία χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια (επίκτητη) μορφή δυσκολιών στο γράψιμο των λέξεων υπό υπαγόρευση. Οι μαθητές δεν μπορούν να γράψουν μη-λέξεις από υπαγόρευση, γράφουν σωστότερα λέξεις που αναφέρονται σε συγκεκριμένα αντικείμενα από λέξεις που αναφέρονται σε αφηρημένες έννοιες ενώ συχνά κάνουν σημασιολογικά λάθη, μορφολογικά και οπτικά λάθη (π. χ. το αυτοκίνητο γράφεται αμάξι).